Εξερευνήστε το πρόγραμμα
Ιστορικό της έρευνας
 
Εντοπισμός
Τα Παλιάμπελα αναφέρονται για πρώτη φορά από τον αρχαιολόγο Δ. Γραμμένο που βρέθηκε στην περιοχή σε μια προσπάθεια εντοπισμού και καταγραφής προϊστορικών θέσεων. Με βάση κάποια διαγνωστικά επιφανειακά ευρήματα η θέση χρονολογήθηκε στη Νεολιθική εποχή (6500-4000 π.Χ.). Τη θέση επισκέφτηκαν αρκετοί ερευνητές, αλλά το ουσιαστικό βήμα για την αρχή της αρχαιολογικής μελέτης έγινε με το χαρακτηρισμό της θέσης ως αρχαιολογικό χώρο το 1995 από τους αρχαιολόγους Μ. Μπέσιο και Μ. Παππά.
 
Προανασκαφική έρευνα
Το ερευνητικό πρόγραμμα της ανασκαφής των Παλιαμπέλων Κολινδρού Πιερίας εγκαινιάστηκε το 1999, όταν με επικεφαλής τον καθ. Κ. Κωτσάκη μια ομάδα από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και μια ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Σέφηλντ (Ηνωμένο Βασίλειο) πραγματοποίησαν δοκιμαστική επιφανειακή έρευνα στον χώρο του προϊστορικού οικισμού.

Η έρευνα ήταν αποτέλεσμα του ενδιαφέροντος της τοπικής αυτοδιοίκησης και χρηματοδοτήθηκε κατά κύριο λόγο από τον Δήμο Κολινδρού και το Υπουργείο Μακεδονίας - Θράκης, καθώς και το συμπληρωματικό πρόγραμμα TEMPER που ασχολείται με τη διερεύνηση και τη διαχείριση προϊστορικών θέσεων.
 
Μεθοδολογία
Η πρώτη ερευνητική χρονιά είχε ανα- γνωριστικό χαρακτήρα, και περιλά- μβανε τη γεωφυσική διασκόπηση της περιοχής, προκειμένου να διαπιστωθεί η έκταση του οικισμού και η αρχιτε- κτονική διάταξη των οικημάτων. Η γεωφυσική διασκόπηση είναι φυσική μέθοδος που επιτρέπει τον εντοπισμό των θαμμένων αρχιτεκτονικών στοι- χείων και προσφέρει στον ανασκαφέα μια εικόνα της μορφής και της διάταξης του οικισμού.
Γεωτρήσεις στα αρχαιολογικά στρώματα έδωσαν ενδείξεις για το βάθος των αρχαιολογικών επιχώσεων, ενώ συστηματική επιφανειακή συλλογή υλικού από την τούμπα δημιούργησε την πρώτη συλλογή από αντικείμενα. Οι γεωτρήσεις, η γεωφυσική διασκόπηση και τα συλλεγμένα ευρήματα συνδυάστηκαν και αναλύθηκαν με τη χρήση Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών δίνοντας μια καλή εικόνα για τα αναμενόμενα ευρήματα πριν ακόμα την αρχή της ανασκαφής!
 
Αποτελέσματα επιφανειακής έρευνας
Με βάση τα επιφανειακά ευρήματα η θέση φάνηκε ότι κατοικούνταν για περίπου μιάμιση χιλιετία (από το 6000 ως το 4500 π.Χ.) κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής περιόδου. Η γεωφυσική διασκόπηση έδωσε ενδείξεις ότι η τούμπα, κατά τη Νεότερη Νεολιθική (περ. 4500 π.Χ) περικλείονταν από σύστημα περιβόλων και τάφρων στο πρότυπο του Νεολιθικού Διμηνίου. Το πάχος των αρχαιολογικών επιχώσεων υπολογίστηκε κατά μέσο όρο στο 1-1,5 μέτρο (κατά τόπους ως και 5 μ.) και η έκταση των ευρημάτων φάνηκε ότι κάλυπτε το σύνολο του λόφου με έμφαση την κορυφή και το δυτικό τμήμα της τούμπας. Σποραδικά ευρήματα υπέδειξαν δραστηριότητα προς το τέλος της εποχής Χαλκού (13ος -12ος αι. π.Χ.) και κατά τη Βυζαντινή περίοδο (6ος - 14ος αι. μ.Χ.). Παρόλα αυτά, τα πιο εκτεταμένα ευρήματα ανήκαν φανερά στο Νεολιθικό οικισμό. Έτσι αποφασίστηκε η προετοιμασία ενός οργανωμένου ανασκαφικού προγράμματος με αφετηρία τα σημεία της τούμπας που είχαν τις πιο ενθαρρυντικές αρχαιολογικές ενδείξεις.